- Σύμη
- Νησί του νομού Δωδεκανήσου, ΒΔ. της Ρόδου (έκταση 67 τ. χλμ., 2.332 κάτ.).
Η Σ. είναι νησί ορεινό και βραχώδες, με υψηλότερη κορυφή τη Βίγλα (550 μ). Μαζί με τα μικρά νησιά Νύμο, την αρχαία Ύμο, τα Σεσκλιά τις Αρές, και τις Διαβατές κ.ά. αποτελεί δήμο που υπάγεται στην επαρχία Ρόδου του νομού Δωδεκανήσου. Το νησί παράγει σιτάρι, ελιές αμύγδαλα σύκα, καπνό και μέλι. Πολλοί κάτοικοι, ασχολούνται με την αλιεία και κυρίως εκείνη των σφουγγαριών.
Πρωτεύουσα του νησιού είναι ο ομώνυμος παράλιος οικισμός (2.225 κάτ., υψόμ 10 μ.), που βρίσκεται στα βόρεια παράλια του. Είναι έδρα του ομώνυμου δήμου (66 τ. χλμ., 2.332 κάτ.), στον οποίο ανήκουν και τα χωριά Εμπορειός (3 κάτ., υψόμ. 10 μ.), Μαραθούντα (2 κάτ., υψόμ. 10 μ.), Πανορμίτης (29 κάτ., υψόμ. 10 μ.) και Πέδι (73 κάτ., υψόμ. 10 μ.) και οι ακατοίκητοι οικισμοί Νίμος (υψόμ. 381) και Σεσκλί (υψόμ. 192 μ.) που βρίσκονται τα ομώνυμα νησάκια.
Ιστορία. Στην αρχαιότητα η Σ. ονομαζόταν Μεταποντίς από το όνομα του οικιστή της Πόντιου. Μια άλλη εκδοχή θεωρεί πρώτο οικιστή της το βασιλιά Συμέτο, στα χρόνια του οποίου και λεγόταν Σίμεια. Τέλος μια τρίτη, λέει ότι ο Προμηθέας έπλασε στο νησί έναν άνθρωπο από πηλό. Ο Δίας όμως θύμωσε και μεταμόρφωσε τον άνθρωπο σε πίθηκο (σίμεια), από τον οποίο και ονομάζεται Σ. Υπάρχουν επίσης και πολλοί που υποστηρίζουν ότι το όνομά της το πήρε από την κόρη του Ιάλισου και της Δώτιδας, Σύμη, την οποία άρπαξε ο Γλαύκος και την πήγε στο νησί. Μια άλλη τέλος παράδοση υποστηρίζει ότι το όνομα του νησιού οφείλεται στη νύμφη Σύμη, σύζυγο του Ποσειδώνα και μητέρα του Χθόνιου.
Πρώτοι κάτοικοι του νησιού, που λεγόταν επίσης Καρική και Αίγλη, υπήρξαν οι Κάρες, Λέλεγες και Φοίνικες που τους εξόντωσαν οι Αχαιοί. Το νησί πήρε μέρος στον Τρωικό πόλεμο με τους άλλους Έλληνες. Το ερήμωσαν έπειτα Κάρες επιδρομείς και το αποίκησαν Αργείοι και Λακεδαιμόνιοι. Τελικά έγινε αθηναϊκή. Η Σ. που υπήρξε αρχικά ρωμαϊκή, έγινε έπειτα τμήμα της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Το 1309 την κυρίευσαν οι ιππότες της Ρόδου και το 1522 οι Τούρκοι. Το 1821 πήρε μέρος στον Αγώνα αλλά τελικά έμεινε έξω από τα όρια του ελληνικού κράτους. Την τουρκική κατοχή διαδέχτηκε το 1912, η ιταλική έως τις 8 Μαΐου 1945, όταν οι Γερμανοί, που είχαν αποβιβαστεί σ’ αυτό μετά τη ρήξη της χώρας τους με την Ιταλία, το παρέδωσαν σε Άγγλους και Έλληνες εκπροσώπους. Στις 7 Μαρτίου 1948 ενώθηκε με την Ελλάδα.
Αξιοθέατα. Οι οικισμοί του νησιού αποτελούν ενιαίο δήμο, που χωρίζεται στον Γιαλό και το Χωριό, που συνδέονται με ένα δρόμο γνωστό ως Καλή Στράτα. Ανάμεσα στους δύο αυτούς οικισμούς βρίσκεται λόφος με ερείπια πελασγικών τειχών, που οι ιππότες τα μετατρέψανε σε κάστρο. Εκεί, στη θέση ενός ναού που τον ανατίναξαν οι Γερμανοί το 1944, υπάρχει ένας νέος, στον οποίο βρίσκεται εικόνα του Κρητικού ζωγράφου του 16ου αι. Γ. Κλόντζα. Στο χωριό υπάρχει μουσείο. Από το γιαλό, με βενζινόπλοιο ή από την ξηρά ο επισκέπτης φτάνει στο μοναστήρι του Αρχάγγελου Μιχαήλ (1783), με τη φρουριακή αρχιτεκτονική του και το ρυθμού μπαρόκ καμπαναριό του. Στο μοναστήρι, που είναι γνωστό κυρίως ως Πανορμίτης υπάρχουν αξιόλογες εικόνες λαϊκών ζωγράφων και πλούσιο σκευοφυλάκιο με βυζαντινές και ρωσικές εικόνες. Το μετόχι του μοναστηριού είναι αφιερωμένο στη Μεταμόρφωση και είναι βυζαντινό κτίσμα. Γενικά, στη Σ., υπάρχουν πολλές εκκλησίες και διαλυμένα μοναστήρια, που παρουσιάζουν αρχαιολογικό και ιστορικό ενδιαφέρον.
Η ομώνυμη πρωτεύουσα του νησιού Σύμη. Δεξιά, γενική άποψη της Σύμης (Φωτογραφα Κοντού Αϊβαλή).
Πανοραμική άποψη της Σύμης.
Dictionary of Greek. 2013.